Ποιος δεν δάκρυσε ακούγοντας αυτό το τραγούδι του Franco Corlianò.
Ένα τραγούδι που ταυτίστηκε με την παραδοσιακή μουσική και τραγούδια των ελληνόφωνων της κάτω Ιταλίας.
|
Franco Corlianò |
Ο Riccardo Venturi στην ιταλική ιστοσελίδα «τραγούδια ενάντια στον πόλεμο» γράφει:
Σε μερικά χωριά του Σαλέντο μιλιέται ακόμα το Γρίκο, που στη Καλαβρία το λένε, ή το έλεγαν, Γκρεκάνικο. Δε χρειάζεται να πούμε ότι είναι Ελληνική διάλεκτος, και μεταξύ των πιο αρχαίων παρ' όλο που είναι κατ' ανάγκη υπερπλήρης με σαλεντικές λέξεις; τα ύστερα κατάλοιπα της Μεγάλης Ελλάδος.
Αυτό είναι τραγούδι μετανάστευσης. Αλλά, πριν μιλήσω γι' αυτό, το Γρίκο παρουσιάζει μία ενδιαφέρουσα σημαντική εξέλιξη για τη δουλειά. Όπως γνωστό, αυτή η λέξη στις διάφορες ινδοευρωπαϊκές γλώσσες ανάγεται γενικά σε ρίζες που σημαίνουν “σκλαβιά”, “πόνος” κτλ.· το “δουλεύω” μας σημαίνει “είμαι σκλάβος” (δούλος). Στα ιταλικά, “lavoro” παράγεται από τα λατινικά “labor”, η αρχική σημασία του οποίου ήταν “τρικλίζω υπό βαριά φορτία”. Στο Γρίκο, αντίθετα, δουλεύω είναι “πολεμάω”. Στο Ελληνόφωνο Σαλέντο δε πάνε στη δουλειά, πάνε στον πόλεμο· και όλα τα κατάλαβαν στο πετσί τους, πολύ πριν από τη Krisisgruppe και το Μανιφέστο κατά της Δουλειάς.
Τα γεγονότα ενισχύουν ακόμα περισσότερο, πως η δουλειά είναι πόλεμος εκεί και αλλού. Γιατί μετανάστευαν για να δουλεύουν στα μεταλλεία, και στα μεταλλεία πέθαιναν και πεθαίνουν ακόμα και τώρα. Από το Σαλέντο, δεν ξέρω πόσους πήγαν να πεθάνουν στο Βέλγιο, στο Μαρσινέλ,στη Γερμανία, ή στην Ελβετία, ή οπουδήποτε υπήρχε καταραμένο κάρβουνο. Έχω ζήσει λίγο σ' έναν από τους τόπους αυτούς, κοντά στο Βαλενσιέν στη Βόρεια Γαλλία, κι όχι μόνο έχω δει με τα μάτιά μου τι έγινε και τι έμεινε, αλλά και πολύ κόσμο και με ονόματα που γνωρίζω καλά.
Και “πολεμάω” είναι πολύ χρησιμοποιημένη λέξη στο τραγούδι αυτό, που δε το γράψανε πριν από εκατό χρόνια. Το έγραψε ένας ποιητής και ζωγράφος γεννημένος στη Καλημέρα, ο Φράγκος Κορλιανός. Έχει δουλέψει, ή πολεμήσει, για όλη τη ζωή του ως μηχανικός τρένων. Το τραγούδι το λένε στο Γρίκο “Ο κλάμα η γυναίκα ου εμιγκράντου”, “Το κλάμα της γυναίκας του μετανάστη” στα Ελληνικά της Ελλάδας, αλλά το λένε όλοι “Κλάμα” και όλοι το γνωρίζουν ως “Ο άντρα μου πάει” ή “Άντρα μου πάει”. Το τραγουδάει η γυναίκα ενός μετανάστη στη Γερμανία. Ένα “τραγούδι” που τηρεί την ετυμολογία “μικρής τραγωδίας” και που είχε μεγάλη επιτυχία όχι μόνο στο Σαλέντο, αλλά και στην Ελλάδα με την ερμηνεία της Μαρίας Φαραντούρης που το έκανε ευρύτερα γνωστό.
|
Klama. Ζωγραφική, Murghi (Franco Corlianò) |
Άντρα μου πάει "Κλάμα"- 1977
Στίχοι: Franco Corlianò
Μουσική: Franco Corlianò
Telo na mbriakeftò na mi' ppensefso
Θέλω να μεθύσω για να μη σκέφτομαι
na klafso ce na jelaso telo arte vrài;
να κλάψω και να γελάσω θέλω τούτο το βράδυ
ma mali rràggia evò e' nna kantaliso
με πολλή οργή να τραγουδήσω
sto fengo e' nna fonaso: o andramu pai!
στο φεγγάρι να φωνάξω:..o άντρας μου πάει
o andramu pai! o andramu pai!
o άντρας μου πάει o άντρας μου πάει
E antròpi ste' mas pane, ste' ttaràssune!
Οι άντρες μας πάνε,φεύγουν
N'arti kalì 'us torùme ettù s'ena chrono
Αν πάνε όλα καλά, θα ιδωθούμε σ' ένα χρόνο !
È' tui e zoì-mma? È' tui e zoì, Kristè-mu?
Αυτή είναι η ζωή μας Χριστέ μου;
Mas pa' 'cì sti Germania klèonta ma pono!
Πάνε στη Γερμανία με κλάμα και πόνο !
klèonta ma pono! klèonta ma pono!
με κλάμα και πόνο! με κλάμα και πόνο !
Tata, jatì e' nna pai? Pemma, jatì-
Μπαμπά γιατί πρέπει να πας ; Πές μου γιατί
Jatì tui ene e zoì, mara pedìa
Γιατί έτσι είναι η ζωή, καημένα παιδάκια
O ttechùddhi polemà ce tronni
Ο φτωχός δουλεύει και ιδρώνει
na lipariasi 'us patrunu m'utti fatìa!
για να παχύνει τα αφεντικά με τη δουλειά του
Ste kuo ti banda ce ste kuo itto sono
Ακούω την μπάντα, ακούω τη μουσική
steo ettù ma 'sà ce ste penseo sto treno
Είμαι εδώ μαζί σας μα σκέφτομαι και το τρένο
penseo sto skotinò citti miniera
σκέφτομαι το σκοτεινό ορυχείο
pu polemònta ecì peseni o jeno!
όπου δουλεύοντας εκεί πεθαίνει ο κόσμος !
peseni o jeno peseni o jeno
πεθαίνει ο κόσμος πεθαίνει ο κόσμος
Άντρα μου πάει - από το συγκρότημα "Encardia"
Ακολουθεί και μια μετάφραση στην Ιταλική γλώσσα.
PIANTO
[Mio marito se ne
va]
Voglio
ubriacarmi... per non pensare,
piangere e ridere
voglio stasera,
con grande rabbia
io devo cantare,
alla luna devo
gridare: mio marito se ne va!
Svegliatevi,
donne, svegliatevi!
Venite a piangere
con me!
Siamo rimaste
sole, la festa di San Brizio è passata
e gli uomini se
ne vanno uno ad uno!
Gli uomini se ne
vanno, stanno partendo!
Se andrà bene li
rivedremo fra un anno!
è questa la vita
nostra? Questa è vita, mio Dio?
Vanno in Germania
piangendo con dolore!
Povera me, poveri
quei bambini!
Vedono il loro
papà una volta all'anno:
- Perché piangi
papà? E' San Brizio!
Senti la banda,
senti che bel suono!
- Sento la banda
e sento questa musica,
sto qui con voi
ma penso al treno,
penso al buio di
quella miniera,
là dove la gente
muore al lavoro!
- Papà, perché
devi andare? Dimmi, perché?
- Perché questa è
la vita, poveri ragazzi:
il poverello
lavora e suda
per ingrassare i
padroni con il suo lavoro!
- Poveri noi,
venite qui bambini,
venite,
inginocchiamoci a terra;
il papà è andato
via e noi preghiamo
che arrivi un po'
di luce anche per noi!
Contributed by Riccardo Venturi
http://www.antiwarsongs.org